Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2011

Η διαφορά Παράδεισου και Κόλασης.


 Κάποτε περπατούσε σε αυτή τη γη ένας άνθρωπος. Άστεγος για πολλά χρόνια γυρνούσε από περιοχή σε περιοχή έχοντας πάντα για παρέα τον αγαπημένο του σκύλο και ένα γεράκι. Και οι τρεις ήταν στη δύση της ζωής τους αλλά ποτέ δεν αποχωρίζονταν ο ένας τον άλλο. 
Eνα κρύο βράδυ βρήκαν καταφύγιο σε μια κουφάλα ενός δέντρου και εκεί ο άνθρωπος , το σκυλί και το γεράκι προσπαθούσαν να προφυλαχθούν από τα στοιχεία της φύσης. Δεν άντεξαν όμως και πέρασαν μαζί στην άλλη ζωή. Όταν ο άνθρωπος άνοιξε τα μάτια του είδε την πλάση γύρω του καταπράσινη και τον Ήλιο να λάμπει ψηλά. Είδε ότι οι φίλοι του ήταν εκεί μαζί του ασυνήθιστα χαρούμενοι και ανακουφισμένος αποφάσισε να συνεχίσει το ταξίδι του.


Μετά από αρκετή πεζοπορία ένιωσε φοβερή δίψα και σκεπτόμενος πως και το σκυλί και το γεράκι θα αισθάνονται το ίδιο άρχισε να ψάχνει για κάποια πηγή νερού.  Δεν άργησε να σταματήσει μπροστά σε μια τεράστια έπαυλη η οποία του έκανε τεράστια εντύπωση!
Η πύλη της ήταν ολόχρυση και περίτεχνη , μέσα η αυλή ήταν στρωμένη με ολόλευκο μάρμαρο που ακτινοβολούσε. Πανέμορφοι άνθρωποι πηγαινοερχόταν , τραγουδούσαν και χόρευαν ευτυχισμένοι. Ο άνθρωπος πλησίασε έναν νέο που καθόταν κοντά στην πύλη και τον ρώτησε ¨
<< Πως λέγεται αυτό το μέρος ; Όλα εδώ είναι πανέμορφα! >>
Ο νέος του είπε : <<Εδώ είναι ο Παράδεισος>>
Σαστισμένος ο άνθρωπος είπε :<<Διψάω πολύ μπορώ να μπω και να πιω λίγο νερό;>>
Ο νέο αποκρίθηκε :<< Στο κέντρο της αυλής θα βρεις μια βρύση με το καθαρότερο και πιο δροσερό νερό που υπάρχει. Μπες και πιες όσο θέλεις.>>
Ο άνθρωπος χαρούμενος χάιδεψε το σκυλί και το γεράκι και έκανε να προχωρήσει αλλά ο νέος τον σταμάτησε.
<<Εδώ δεν επιτρέπονται ζώα. Μπες μόνο εσύ και ζήσε ευτυχισμένος>>
Ο άνθρωπος αφού άκουσε αυτά τα λόγια χαμογέλασε στον νέο και αφού τον χαιρέτησε συνέχισε την δρόμο του.Δεν ήθελε σε καμία περίπτωση να αφήσει τους δύο φίλους του.Είχαν περάσει τόσα μαζί.
Η δίψα του είχε χειροτερέψει και ένιωθε και την αγωνία των φίλων του. Μετά από αρκετή πεζοπορία δεν άργησε να βρεθεί μπροστά σε μια φάρμα. Η φάρμα για πύλη είχε μια απλή ξύλινη πόρτα. Μέσα έβλεπε κανείς όλων των ειδών τα δέντρα και φρούτα. Λουλούδια κάθε λογής ευωδίαζαν και χάριζαν την ομορφιά τους. Ο άνθρωπος πλησίασε την φάρμα και είδε στην πόρτα ένα μικρό ξανθό παιδί να κάθεται και να απολαμβάνει ένα ζουμερό φρούτο.
<<Γεια σου. Διψάω πολύ και θα ήθελα νερό εγώ αλλά και για το σκυλί μου και το γεράκι μου>>
Το παιδάκι του είπε :<< Μπες μέσα και φέρε και τους φίλους σου. Εδώ θα πιείτε νερό που θα σας ξεδιψάσει και θα δροσίσει τις ψυχές σας!>>
Χαρούμενος ο άνθρωπος μπήκε μέσα και είδε πόσο πιο όμορφα ήταν εδώ από την έπαυλη. Αισθάνθηκε ειρήνη και χαρά και αφού ήπιε νερό αυτός και οι φίλοι του ρώτησε το μικρό παιδί.
<<Πως λέγεται αυτό το μέρος;>>
<<Δεν το ξέρεις; Εδώ είναι ο Παράδεισος!>>
<<Πιο πριν ήμουν σε μια έπαυλη και μου είπαν πως εκεί ήταν ο Παράδεισος !>> είπε ο άνθρωπος παραξενεμένος.
<<Όχι εκεί είναι η Κόλαση σου είπαν ψέμματα>> είπε το παιδάκι κοιτώντας τον ήρεμα.
<<Κάτι πρέπει να γίνει τότε! Να μην τους αφήσουμε να παραπλανούν τον κόσμο!>> είπε ο άνθρωπος
<<Χάρη μας κάνουν>> είπε το παιδί <<Όποιος αφήνει τον φίλο του στην μοίρα του με μόνο σκοπό να σωθεί ο ίδιος δεν έχει καμία θέση εδώ>>

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...